«Φουντώνουν» οι συζητήσεις για την άρση του καθεστώτος που απολαμβάνει το δολάριο ως βασικό νόμισμα στα διεθνή συναλλαγματικά αποθέματα, και ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, δήλωσε ότι η σύνοδος κορυφής του G20 «θα σημάνει το τέλος της εποχής της μονομέρειας».
Σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στην ιταλική «Corriere della Sera», ο κ. Μίλιμπαντ επισήμανε ότι «στη σύνοδο κορυφής των ηγετών του G20, στις 2 Απριλίου, θα σημάνει το τέλος μιας εποχής, της εποχής της μονομέρειας, και θα έχουμε τη μεγάλη ευκαιρία να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε, να συζητάμε και να αντιμετωπίζουμε τα μεγάλα διεθνή προβλήματα από ισότιμη θέση... είμαι βέβαιος για ένα πράγμα: ο Ομπάμα δεν έρχεται στο Λονδίνο για να επιβάλει τις ιδέες και τα προγράμματα μιας υπερδύναμης», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Εξάλλου, στις εκκλήσεις για μεταρρύθμιση του καθεστώτος που διέπει τις συναλλαγματικές ισοτιμίες έχει προστεθεί και η φωνή της Ρωσίας, επιθυμώντας τη σύγκληση ενός διεθνούς συνεδρίου -σε επίπεδο κυβερνητικών εκπροσώπων- με θέμα συζήτησης τη δημιουργία ενός νέου αποθεματικού νομίσματος, όπως μετέδωσε το ειδησεογραφικό πρακτορείο RIA, επικαλούμενο δηλώσεις του Ρώσου υφυπουργού Εξωτερικών, Αντρέι Ντενίσοφ.
«Η πρόταση αποσκοπεί στην πρακτική υλοποίηση της ιδέας για μια νέα, παγκόσμια λογιστική μονάδα ή ένα νέο, παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, ένα ερώτημα που θα πρέπει να συζητηθεί προς επίτευξη ομοφωνίας», φέρεται να δήλωσε στο RIA ο κ. Ντενίσοφ.
Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Κίνας, Ζου Σιαοτσουάν, είχε απευθύνει έκκληση για ευρύτερη χρήση των Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων του ΔΝΤ και αντικατάσταση του δολαρίου ως βασικού νομίσματος στα διεθνή συναλλαγματικά αποθέματα.
Όμως ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, θεωρεί ότι το δολάριο θα παραμείνει βασικό αποθεματικό νόμισμα, με τους οικονομολόγους του ΔΝΤ να εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ θα μπλοκάρουν τις προσπάθειες της Κίνας για τη σύσταση ενός παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
ΟΑμερικανός υπουργός Οικονομικών, Τίμοθι Γκάιτνερ, άλλαξε θέση και ειπε ότι είναι ανοικτός να συζητήσει την κινεζική πρόταση για αντικατάσταση του δολαρίου με ένα «διεθνές αποθεματικό νόμισμα».
Το υπουργείο Οικονομικών και η Φέντεραλ Ριζέρβ «πλημμυρίζουν» τον κόσμο με δολάρια, στο πλαίσιο προσπαθειών για αντιμετώπιση της ύφεσης, και, δικαιολογημένα, ο κόσμος αρχίζει και ανησυχεί.
Η λύση που πρότεινε ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Κίνας, Ζου Σιαοτσουάν -έναν αυξημένο ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου- δεν είναι επιθυμητή.
Αλλά η προειδοποίησή του για τους κινδύνους που εγκυμονεί η αποδυνάμωση του αμερικανικού νομίσματος και η αστάθεια των συναλλαγματικών ισοτιμιών πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Μετά την κατάρρευση του Μπρέτον Γουντς, το 1971, η παγκόσμια οικονομία προσπάθησε να λειτουργήσει μέσω κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, στις οποίες η «αγορά» υποτίθεται ότι καθορίζει τις τιμές συναλλάγματος.
Αυτό όμως που φαίνεται ότι έχει ξεχάσει το αμερικανικό υπουργείο Οικονομιών είναι ότι η αγορά συναλλάγματος δεν είναι ίδια με τις αγορές χαλκού ή εμπορευμάτων.
Οι κεντρικές τράπεζες ελέγχουν την προσφορά μέσω του μονοπωλίου κοπής νέου χρήματος. Και συχνά, όπως έχει συμβεί με τη Fed στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, παρερμηνεύουν τη νομισματική πολιτική, με καταστροφικές συνέπειες
. Εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης, ορισμένες κεντρικές τράπεζες -όπως του Βιετνάμ- στρέφονται στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, προς όφελος των εμπορικών συναλλαγών.
Εάν αυτό που εννοούσε με τις δηλώσεις του ο κ. Γκάιτνερ ήταν ευρύτερη συνεργασία σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής και συναλλαγματικών ισοτιμιών, αυτό θα μπορούσε να αποτελεί ένα βήμα προόδου.
Και αυτό θα μπορούσε να σημαίνει συνεργασία με τις πιο σημαντικές κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες του κόσμου -για αρχή τη Fed, EKT, Tράπεζα της Αγγλίας, Ιαπωνίας και Κίνας.
Ο κόσμος θα μπορούσε να ωφεληθεί από τη μεταρρύθμιση του συναλλαγματικού συστήματος, αλλά ο στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση των διακυμάνσεων και μεγαλύτερη σταθερότητα σε τιμές και παγκόσμιο εμπόριο.
Σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στην ιταλική «Corriere della Sera», ο κ. Μίλιμπαντ επισήμανε ότι «στη σύνοδο κορυφής των ηγετών του G20, στις 2 Απριλίου, θα σημάνει το τέλος μιας εποχής, της εποχής της μονομέρειας, και θα έχουμε τη μεγάλη ευκαιρία να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε, να συζητάμε και να αντιμετωπίζουμε τα μεγάλα διεθνή προβλήματα από ισότιμη θέση... είμαι βέβαιος για ένα πράγμα: ο Ομπάμα δεν έρχεται στο Λονδίνο για να επιβάλει τις ιδέες και τα προγράμματα μιας υπερδύναμης», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Εξάλλου, στις εκκλήσεις για μεταρρύθμιση του καθεστώτος που διέπει τις συναλλαγματικές ισοτιμίες έχει προστεθεί και η φωνή της Ρωσίας, επιθυμώντας τη σύγκληση ενός διεθνούς συνεδρίου -σε επίπεδο κυβερνητικών εκπροσώπων- με θέμα συζήτησης τη δημιουργία ενός νέου αποθεματικού νομίσματος, όπως μετέδωσε το ειδησεογραφικό πρακτορείο RIA, επικαλούμενο δηλώσεις του Ρώσου υφυπουργού Εξωτερικών, Αντρέι Ντενίσοφ.
«Η πρόταση αποσκοπεί στην πρακτική υλοποίηση της ιδέας για μια νέα, παγκόσμια λογιστική μονάδα ή ένα νέο, παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, ένα ερώτημα που θα πρέπει να συζητηθεί προς επίτευξη ομοφωνίας», φέρεται να δήλωσε στο RIA ο κ. Ντενίσοφ.
Ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Κίνας, Ζου Σιαοτσουάν, είχε απευθύνει έκκληση για ευρύτερη χρήση των Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων του ΔΝΤ και αντικατάσταση του δολαρίου ως βασικού νομίσματος στα διεθνή συναλλαγματικά αποθέματα.
Όμως ο γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, θεωρεί ότι το δολάριο θα παραμείνει βασικό αποθεματικό νόμισμα, με τους οικονομολόγους του ΔΝΤ να εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ θα μπλοκάρουν τις προσπάθειες της Κίνας για τη σύσταση ενός παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
ΟΑμερικανός υπουργός Οικονομικών, Τίμοθι Γκάιτνερ, άλλαξε θέση και ειπε ότι είναι ανοικτός να συζητήσει την κινεζική πρόταση για αντικατάσταση του δολαρίου με ένα «διεθνές αποθεματικό νόμισμα».
Το υπουργείο Οικονομικών και η Φέντεραλ Ριζέρβ «πλημμυρίζουν» τον κόσμο με δολάρια, στο πλαίσιο προσπαθειών για αντιμετώπιση της ύφεσης, και, δικαιολογημένα, ο κόσμος αρχίζει και ανησυχεί.
Η λύση που πρότεινε ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Κίνας, Ζου Σιαοτσουάν -έναν αυξημένο ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου- δεν είναι επιθυμητή.
Αλλά η προειδοποίησή του για τους κινδύνους που εγκυμονεί η αποδυνάμωση του αμερικανικού νομίσματος και η αστάθεια των συναλλαγματικών ισοτιμιών πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Μετά την κατάρρευση του Μπρέτον Γουντς, το 1971, η παγκόσμια οικονομία προσπάθησε να λειτουργήσει μέσω κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, στις οποίες η «αγορά» υποτίθεται ότι καθορίζει τις τιμές συναλλάγματος.
Αυτό όμως που φαίνεται ότι έχει ξεχάσει το αμερικανικό υπουργείο Οικονομιών είναι ότι η αγορά συναλλάγματος δεν είναι ίδια με τις αγορές χαλκού ή εμπορευμάτων.
Οι κεντρικές τράπεζες ελέγχουν την προσφορά μέσω του μονοπωλίου κοπής νέου χρήματος. Και συχνά, όπως έχει συμβεί με τη Fed στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, παρερμηνεύουν τη νομισματική πολιτική, με καταστροφικές συνέπειες
. Εν μέσω της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης, ορισμένες κεντρικές τράπεζες -όπως του Βιετνάμ- στρέφονται στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, προς όφελος των εμπορικών συναλλαγών.
Εάν αυτό που εννοούσε με τις δηλώσεις του ο κ. Γκάιτνερ ήταν ευρύτερη συνεργασία σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής και συναλλαγματικών ισοτιμιών, αυτό θα μπορούσε να αποτελεί ένα βήμα προόδου.
Και αυτό θα μπορούσε να σημαίνει συνεργασία με τις πιο σημαντικές κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες του κόσμου -για αρχή τη Fed, EKT, Tράπεζα της Αγγλίας, Ιαπωνίας και Κίνας.
Ο κόσμος θα μπορούσε να ωφεληθεί από τη μεταρρύθμιση του συναλλαγματικού συστήματος, αλλά ο στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση των διακυμάνσεων και μεγαλύτερη σταθερότητα σε τιμές και παγκόσμιο εμπόριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου