Στο 6,8% «έκλεισε» ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων για το εξάμηνο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα που δημοσιοποίησαν οι τράπεζες και επεξεργάστηκε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Η αύξηση από το τέλος του 2008 προσεγγίζει τις δύο ποσοστιαίες μονάδες ενώ για το σύνολο του τρέχοντος έτους, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 9%. Ενώ το επίπεδο των επιτοκίων μειώνει το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων, η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών «βαραίνει» στην ποιότητα των χαρτοφυλακίων.
Για το εξάμηνο, εκτιμάται ότι οι επισφάλειες στα στεγαστικά δάνεια κινήθηκαν στο 6,7% από 6% στο τρίμηνο και 5,3% στο τέλος του 2008 ενώ τα καταναλωτικά έφθασαν στο 10,8% από 9% στο τρίμηνο και 8,2% το 2008.
Αύξηση καταγράφηκε στο εξάμηνο και για τα επιχειρηματικά δάνεια που πέρασαν το «φράγμα» του 6% από 4,3% στο τέλος του προηγούμενου έτους. Συνολικά ο δείκτης στο πρώτο τρίμηνο, είχε διαμορφωθεί στο 6% ενώ ήταν στο επίπεδο του 5% το 2008.
Και μετά την αύξηση του εξαμήνου, τα μεγέθη παραμένουν στο εύρος που είχαν προβλέψει οι τραπεζίτες καθώς για παράδειγμα, ο πρόεδρος της Εθνικής Τάκης Αράπογλου, είχε κάνει λόγο για διπλασιασμό των επισφαλειών φέτος. Θεωρούνται δε, διαχειρίσιμα εν όψει και των προβλέψεων που ελήφθησαν και οι οποίες ήταν σημαντικά αυξημένες και στο δεύτερο τρίμηνο.
Η διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλό επίπεδο λειτουργεί ευνοϊκά για το κόστος εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων και μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει δώσει σαφείς ενδείξεις ότι δεν θα προχωρήσει σε αύξηση του βασικού ευρωπαϊκού επιτοκίου ενώ τo euribor συνεχίζει να σπάει τα ιστορικά χαμηλά σχεδόν σε καθημερινή βάση. Στον αντίποδα, όμως, το περιβάλλον και οι συνθήκες στην εγχώρια οικονομία δεν επιτρέπουν χαλάρωση της εγρήγορσης. Είναι εμφανές σε όλους τους πελάτες των τραπεζών ότι το κομμάτι των collections, οι διαδικασίες εισπραξιμότητας δηλαδή, έχουν ενταθεί.
Με τα στεγαστικά που είναι η ασφαλέστερη κατηγορία χορηγήσεων για τις τράπεζες να έχει επισφάλειες κατά 1,5% υψηλότερες από το 2008 και τα καταναλωτικά να πλησιάζουν το 11%, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού ενώ και η κεντρική τράπεζα εξετάζει σε βάθος την εξέλιξη των χαρτοφυλακίων.
Στα επιχειρηματικά δάνεια, ο ρυθμός αύξησης των μη εξυπηρετούμενων κινείται πιο συντηρητικά, κάτι που οφείλεται και στις αναχρηματοδοτήσεις που είναι σύμφωνες άλλωστε με τις τραπεζικές πρακτικές. Αυτό που προσέχει η ΤτΕ είναι σε αυτές τις περιπτώσεις να λαμβάνονται ειδικές προβλέψεις για αναδιαρθρώσεις οφειλών και να μην αλλοιώνεται έτσι η εικόνα των χαρτοφυλακίων.
Σαφής εικόνα των καθυστερήσεων αναμένεται προς τα τέλη του έτους καθώς η καταγραφή των καθυστερήσεων είναι ετεροχρονισμένη σε σχέση με την επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος ενώ ορισμένοι παράγοντες της αγοράς τοποθετούν στο 2010 τα σημαντικότερα προβλήματα.
Το ποσό των 2,5 δισ. ευρώ υπερέβησαν οι προβλέψεις για επισφάλειες που έλαβαν οι τράπεζες στο πρώτο εξάμηνο και ήταν αυξημένες σε ποσοστό 154,6% σε ετήσια βάση.
Μόνο στις επτά μεγαλύτερες τράπεζες αναλογούν 1,87 δισ. ευρώ από 773,7 εκατ. ευρώ στο περυσινό πρώτο εξάμηνο. Στο δεύτερο τρίμηνο έναντι του πρώτου οι προβλέψεις ήταν περισσότερες κατά 190%. Ο αυξημένος κίνδυνος επισφαλειών που δημιουργούν οι συνθήκες κρίσης επέβαλε την λήψη υψηλών προβλέψεων και στα δύο τρίμηνα του τρέχοντος σε συνέχεια της πορείας του τελευταίου τριμήνου 2008.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων ενισχύθηκε: στην Εθνική, στο τέλος του δεύτερου τριμήνου διαμορφώνεται σε 4,4% από 3,7% στο πρώτο, στην Alpha Bank σε 4,8% από 4,3%, στην Eurobank σε 4,1% από 3,2% και στην Πειραιώς σε 4,3% από 4,1%. Marfin Popular και Κύπρου έχουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο 4,5% και 4,9% του συνολικού χαρτοφυλακίου από 5,1% και 3,6% αντίστοιχα. Στους δύο πόλους της αγοράς βρίσκονται η Atebank με δείκτη 7% και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο με μόλις 0,77%.
ΑΝΝΑ ΔΟΓΑ
ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου